Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009

ΔΩΡΙΔΑ




Δωρίδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Δωρίδα είναι ιστορική περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, στον νομό Φωκίδας, η οποία συναντάται από την αρχαιότητα.
Αποτελούσε, μέχρι την εφαρμογή του νόμου "Ιωάννης Καποδίστριας", την δυτική από τις δύο επαρχίες του νομού Φωκίδας (η άλλη ήταν η Παρνασσίδα), με πρωτεύουσα το Λιδωρίκι. Παρ'όλο που δεν αποτελεί πλέον διοικητική μονάδα, η Δωρίδα συνεχίζει να οριοθετείται σαν μια ιστορική περιοχή του νομού η οποία περιλαμβάνει τους δήμους Βαρδουσίων, Ευπαλίου, Λιδωρικίου και Τολοφώνος. Έχει πληθυσμό 16.021 κατοίκους και έκταση 999 χμ².
Συνορεύει βόρεια με τον νομό Φθιώτιδας, ανατολικά με την Παρνασσίδα, δυτικά με τον νομό Αιτωλοακαρνανίας και νότια βρέχεται από τον Κορινθιακό κόλπο.
Είναι ορεινή περιοχή με την Γκιώνα να απλώνεται στην ανατολική πλευρά της, τα Βαρδούσια κεντρικά και βόρεια και το Τρίκορφο στη δυτική Δωρίδα. Στο κέντρο της Δωρίδας υπάρχει η τεχνητή λίμνη του Μόρνου από την οποία υδροδοτείται και η Αθήνα και η οποία συγκεντρώνει τα νερά του Μόρνου ποταμού ο οποίος στην αρχαιότητα ονομαζόταν Δάφνος.
Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία οι οποίοι παλαιότερα (19ο αιώνα) μετακινούνταν στην Αθήνα και συγκεκριμένα στα χωράφια του Γαλατσίου για να ξεχειμωνιάζουν τα κοπάδια τους. Η έντονη εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση όμως έχει πλήξει την περιοχή.


Ιστορία

Αρχαία Δωρίδα
Δωρίδα στην αρχαιότητα ονομαζόταν η περιοχή στο βόρειο μέρος του σημερινού νομού Φωκίδας, δηλαδή στην περιοχή όπου βρίσκονται η Γραβιά και τα Καστέλλια, βόρεια της Οζολίας Λοκρίδας, δυτικά της αρχαίας Φωκίδας, νότια της χώρας των Μαλλιέων και ανατολικά των Οιταίων.
Η αρχαία Δωρίδα αρχικά ονομαζόταν Δρυόπις από τους Δρύοπες που την κατοικούσαν, ενώ Δωρίδα ονομάστηκε όταν την κατέλαβαν οι Δωριείς, οι οποίοι με την λεγόμενη "Κάθοδο των Δωριέων" τον 12ο π.Χ. αιώνα, εξαπλώθηκαν στην περιοχή της σημερινής Φωκίδας, καταστρέφοντας τον μέχρι τότε πολιτισμό αλλά και δίνοντας δύναμη στον ελληνισμό με την χρήση του σιδήρου. Αυτοί δημιούργησαν τη Δωρική Τετράπολη που ήταν η μητρόπολη των Δωριέων και περιλάμβανε τις πόλεις Βόιο, Κυτίνιο, Ερινέο και Πίνδο. Οι Δωριείς της Πελοποννήσου έστελναν πολύ συχνά δυνάμεις όταν η Δωρίδα κινδύνευε από τις επιθέσεις των Φωκέων.
Το Ερινέο ήταν η σημαντικότερη πόλη της Δωρικής Τετράπολης και μάλλον ονομαζόταν και Δώριο. Εκτός από την Τετράπολή τους οι Δωριείς ήταν διασκορπισμένοι και στην γύρω περιοχή ενώ αναφέρονται και άλλες πόλεις τους όπως το Λίλαιο, η Κάρφεια και η Δρυόπη. Το Λίλαιο ή Λιλαία φαίνεται ότι άνηκε στους Δωριείς κατά την περσική εισβολή αφού δεν αναφέρεται μεταξύ των φωκικών πόλεων που καταστράφηκαν από τον Ξέρξη Α'. Η Κάρφεια πρέπει να είναι η πόλη Σκάρφεια κοντά στις Θερμοπύλες ενώ η Δρυόπη ήταν μάλλον η περιοχή όπου κατοικούσαν οι Δρύοπες.
Οι Δωριείς είχαν επεκταθεί στο βουνό Οίτη μέχρι την θάλασσα όπως προκύπτει από την αναφορά που κάνει ο Σκύλαξ ο Καρυανδεύς στους Λιμοδωριεῖς. Ο Εκαταίος αναφέρει άλλη μια δωρική πόλη η οποία ονομαζόταν Ἀμφαναί ή Ἀμφάναια σύμφωνα με τον Θεόπομπο.
Ο Τίτος Λίβιος τοποθετεί τις πόλεις Τρίτονο και Δρυμίαι στην Δωρίδα οι οποίες όμως πρέπει να ήταν οι φωκικές πόλεις Τιθρόνιο και Δρυμαία. Το Κυτίνιο βρισκόταν στο πέρασμα μεταξύ των βουνών από τη Δωρίδα προς την Άμφισσα.
Κατά την Βυζαντινή περίοδο, ο Ιουστινιανός Α' τον 6ο αιώνα οχύρωσε τα βόρεια σύνορα της Δωρίδας για να την προφυλάξει από τους επιδρομείς που προτιμούσαν τα ορεινά περάσματα.

Σημερινή Δωρίδα

Η σύγχρονη Δωρίδα δεν πρέπει να συγχέεται με την αρχαία Δωρίδα. Η πρώτη, κατά την αρχαιότητα, αποτελούσε τμήμα της Οζολίας Λοκρίδας (το νότιο τμήμα της) και της Αιτωλίας (το βόρειο). Είναι άγνωστο ακόμα πως της δόθηκε το όνομα αυτό, το οποίο έπαψε να χρησιμοποιείται για την περιοχή της αρχαίας Δωρίδας. Τον καιρό της τουρκοκρατίας και της Γερμανικής κατοχής η Δωρίδα, λόγω του δυσπρόσιτου εδάφους της, υπήρξε ασφαλές καταφύγιο και ορμητήριο για κάθε απελευθερωτική κίνηση.
Κατά την τουρκοκρατία οι Τούρκοι κατέλαβαν το Μαλανδρίνο και το Λιδωρίκι. Τα υπόλοιπα χωριά της Δωρίδας ήταν ελεύθερα και οι κάτοικοί τους, αποκαλούσαν χλευαστικά "τουρκομάμουρα" και "βαλαχάδες" τους κατοίκους το δύο κατακτημένων χωριών.
Οι Έλληνες και οι Τούρκοι που συνυπήρχαν στα δύο χωριά, είχαν πολλές ομοιότητες στην κουλτούρα αφού οι Έλληνες μάθαιναν να μιλάνε τούρκικα ενώ οι Τούρκοι μιλούσαν την τοπική διάλεκτο των σύγχρονων Δωριέων, συμμετείχαν από κοινού σε διάφορες εκδηλώσεις και πανηγύρια ενώ η μόνη φανερή διαφορά ήταν οι θρησκευτικές τους εκδηλώσεις.
Κατά την επανάσταση ο Δήμος Σκαλτσάς, με τον Θεόδωρο Χαλβατζή και τους υπόλοιπους άνδρες του, κατάφερε να αναγκάσει τους Τούρκους να του παραδώσουν το Λιδωρίκι και το Μαλανδρίνο. Στην περιοχή έγινε και η μάχη των Πέντε Ορίων, με αρνητική έκβαση για τους Έλληνες αγωνιστές.
Μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826, ολόκληρη η Ρούμελη πέφτει στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι χτυπούν τη Δωρίδα και κάνουν επιδρομές σε πολλά χωριά. Οι Έλληνες των χωριών, λιγότεροι και με λιγότερο εξοπλισμό αμύνονταν ακόμα και πετώντας πέτρες. Το 1829 η οι Τούρκοι εγκατέληψαν οριστικά την Δωρίδα.
Πολλοί από τους γνωστούς ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μεταξύ των οποίων ο Μακρυγιάννης, ο Πανουργιάς, ο Δήμος Σκαλτσάς ή Σκαλτσοδήμος, ο Τριαντάφυλλος Αποκουρίτης, ο Κωνσταντής Καλύβας καθώς και η λαϊκή ηρωίδα Μαρία Πενταγιώτισσα, κατάγονταν από την Δωρίδα.
Κατά την Γερμανική Κατοχή η Δωρίδα γνώρισε την βαρβαρότητα των Γερμανών με το κάψιμο πολλών χωριών της μεταξύ των οποίων και της πρωτεύουσάς της, του Λιδωρικίου.

Δωριείς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι Δωριείς ήταν ελληνικό φύλο, ένα από τα τέσσερα της αρχαιότητας, το οποίο καταγόταν σύμφωνα με τις γραπτές παραδόσεις από την οροσειρά της Πίνδου. Κατά την παλαιά παραδοσιακή θεωρία και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, οι Δωριείς κατέβηκαν στη νότια Ελλάδα περίπου τον 12ο π.Χ. αιώνα και κατέλυσαν τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, καθώς διέθεταν όπλα από σίδηρο, που ήταν ανώτερα από τα χάλκινα των Μυκηναίων. Νεώτερες όμως μελέτες συνδυάζουν την έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων που να συνηγορούν σε μια τέτοια βίαιη εισβολή και γλωσσολογικών στοιχείων από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β, και αμφισβητούν έντονα την εκδοχή αυτή. Η μετακίνησή τους αυτή, που είναι γνωστή ως "Κάθοδος των Δωριέων", παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα σκοτεινότερα σημεία της ελληνικής ιστορίας.
Καταγωγή και ιστορία
Κάθοδος των Δωριέων
Οι Δωριείς ήταν μαζί με τους Ίωνες, τους Αιολείς και τους Αχαιούς, τα τέσσερα μεγάλα ελληνικά φύλα, τα οποία εξαπλώθηκαν στην Ελλάδα σε διαφορετικές περιόδους κατά τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ. και διαμόρφωσαν το ελληνικό έθνος.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, όταν βασίλευε ο Δευκαλίων, οι Δωριείς κατοικούσαν στην Φθιώτιδα. Από εκεί, ενώ βασιλιάς τους ήταν ο Δώρος, από τον οποίο πήραν και το όνομά τους, πήγαν στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου, στην περιοχή που ονομαζόταν Ιστιαιώτις. Οι Κάδμειοι τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την περιοχή αυτοί και να εγκατασταθούν στην Πίνδο, όπου ονομάστηκαν Μακεδνοί.
Από εκεί ξεκίνησε η λεγόμενη "Κάθοδος των Δωριέων" στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ., που αποτέλεσε ιστορικό γεγονός μεγάλης σπουδαιότητας, και είχε το χαρακτήρα εγκατάστασης ενός λαού σε πιο εύφορα και προσοδοφόρα εδάφη. Αυτή η εσωτερική μετανάστευση των Δωριέων αποτέλεσε τμήμα της γενικότερης προσπάθειας των δυτικών φυλετικών ομάδων να κατακτήσουν νέες περιοχές. Οι ακριβείς συνθήκες της μετακίνησής τους προς νότον παραμένουν άγνωστες. Οι Δωριείς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τους τόπους εγκατάστασής τους, καθώς είτε δέχτηκαν την πίεση άλλων φυλετικών ομάδων, είτε οι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι δεν επαρκούσαν.
Ενώ παλαιότερα εικάζοταν ότι η εξάπλωση των Δωριέων ήταν το κυριότερο αίτιο κατάρρευσης του μυκηναϊκού κόσμου, οι ιστορικοί σήμερα τείνουν στην αντίθετη εκδοχή, ότι η κατάρρευση του μυκηναϊκού κόσμου των Αχαιών αποτέλεσε το κυριότερο αίτιο της γρήγορης εξάπλωσης του δωρικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται η άποψη ότι ότι οι Δωριείς ήταν ένα ελληνικό ποιμενικό και πρωτόγονο σχετικά φύλο που κατοικούσε στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας, και το οποίο μετά τη διάλυση του μυκηναϊκού κόσμου κατέλαβε πεδινές περιοχές.
Από την Πίνδο, οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στην Δωρίδα, στην περιοχή της σημερινής Φωκίδας. Εκεί ίδρυσαν την Δωρική Τετράπολη, την μητρόπολη των δωρικών φύλων. Πολιτιστικά κατώτεροι των Αχαιών αλλά στρατιωτικά ισχυρότεροι, εφόσον, όπως προαναφέρθηκε, κατείχαν σιδερένια όπλα, πέρασαν στην Πελοπόννησο από τα παράλια της Κεντρικής Ελλάδας, την οποία εποφθαλμιούσαν για τα εύφορα εδάφη της και διαχωρίστηκαν: μία ομάδα, της οποίας πιθανότερο είναι η πλειοψηφία της να ήταν Υλλείς, αν κρίνουμε από τα αγάλματα του Ύλλου που υπήρχαν στα Μέγαρα, στην Κόρινθο και στο Άργος, κατέλαβε την ιωνική περιοχή της Αργολίδας και Κυνουρίας, μία δεύτερη κατέλαβε την κοιλάδα του Ευρώτα και η τελευταία τη Στενύκλαρο στο μεσσηνιακό κάμπο, ενώ μια σημαντική ομάδα Δωριέων παρέμεινε στην Δωρίδα. Αυτή η εισβολή προκάλεσε μεγάλα προσφυγικά κύματα των παλαιότερων κατοίκων, Αχαιών κυρίως και Αρκάδων δευτερευόντως. Εκπληκτικό είναι το γεγονός της πλήρους επικράτησης του δωρικού γλωσσικού ιδιώματος σε μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου, παρ' όλη τη μακρά πολιτιστική πορεία του τόπου αυτού.
Ακολούθησε ένα κύμα μετανάστευσης των Δωριέων στα νησιά του Αιγαίου και τα μικρασιατικά παράλια. Περιοχές όπως τα Κύθηρα, η Κρήτη, η Μήλος, η Θήρα, η Ρόδος και η Κως, καθώς και τα απέναντι μικρασιατικά παράλια, περιήλθαν στον δωρικό έλεγχο. Οι Δωριείς επιχείρησαν επίσης να καταλάβουν την Αττική, χωρίς όμως επιτυχία. Κατά το δεύτερο ελληνικό αποικισμό, μαζί με τις άλλες ελληνικές δυνάμεις, οι Δωριείς δημιούργησαν αποικίες στη Μεγάλη Ελλάδα, δηλαδή τη νότια Ιταλία και Σικελία, όπως τις Συρακούσες, καθώς και στα στενά του Βοσπόρου.
Μεταξύ πρώτου και δεύτερου αποικισμού, εκδηλώθηκε εκτεταμένη κορινθιακή προσπάθεια αποικισμού της δυτικής Ελλάδας, με μεγάλη επιτυχία, αφού οι Κορίνθιοι έθεσαν υπό τον έλεγχό τους αρκετές από αυτές τις περιοχές.
Γενικά, η εποχή της "Καθόδου των Δωριέων", που επέφερε μεγάλες αλλοιώσεις στον πολιτικό χάρτη της Ελλάδας και επέδρασε καθοριστικά στην ιστορική της πορεία, ονομάζεται "Ελληνικός Μεσαίωνας", επειδή ελάχιστα γνωρίζουμε γι' αυτόν και παλαιότερα πιστευόταν ότι αποτελούσε μια εποχή βίαιης διακοπής της πολιτιστικής δημιουργίας.

Μυθολογία

Πέρα από τις μαρτυρίες των ιστορικών, υπάρχει και το αντίστοιχο μυθολογικό πλαίσιο. Οι Δωριείς κατάγονταν από τον Δώρο, γιο του Έλληνα, ο οποίος είχε υπό την εξουσία του την ηπειρωτική Ελλάδα. Σε αυτούς κατέφυγαν οι απόγονοι του Ηρακλή, μετά το θάνατο του Ύλλου και τον διωγμό τους από την Πελοπόννησο. Ακόμη, αναφέρεται ότι, όταν οι Ηρακλείδες έφθασαν στον Αιγιμιό, βασιλιά των Δωριέων, ο Ύλλος ζούσε. Ο Αιγιμιός υιοθέτησε τον Ύλλο και μαζί με τους δυο γιους του, Πάμφυλο και Δυμάνα, τον έκανε συγκληρονόμο στο ένα τρίτο του βασιλείου του. Διωγμένοι από τα γειτονικά φύλα οι Δωριείς κατέφυγαν, μετά από πολλές μετακινήσεις, στη Δωρίδα και από εκεί στην Πελοπόννησο. Τη χώρα τη μοίρασαν οι δισέγγονοι του Ύλλου, Τήμενος, Κρεσφόντης και Αριστόδημος, μαζί με τους Πάμφυλο και Δυμάνα. Την κατάκτηση της Πελοποννήσου και την κυριαρχία τους στους αχαϊκούς πληθυσμούς, οι Δωριείς την ερμήνευσαν με το μύθο της "επανόδου των Ηρακλειδών", δηλαδή την επιστροφή των απογόνων του Ηρακλή στην αρχαία τους κοιτίδα.

Δωρική διάλεκτος

Οι Δωριείς μιλούσαν μια δική τους διάλεκτο της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας, την Δωρική διάλεκτο. Κυριότερη διαφορά της από την Ιωνική-Αττική διάλεκτο, ήταν η διατήρηση του ινδοευρωπαϊκού 'α' αντί του 'η'. Η Δωρική μιλιόταν στην Πελοπόννησο, την Κρήτη, τα νησιά του νοτίου Αιγαίου, στα νοτιοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας καθώς και στην Δωρίδα, ενώ οι Βορειοδυτικές διάλεκτοι που άλλοι τις θεωρούν στενά συγγενείς με την Δωρική ενώ άλλοι δεν τις ξεχωρίζουν από αυτή, ομιλούνταν στην δυτική Στερεά Ελλάδα και στην βορειοδυτική Πελοπόννησο. Απόγονος της δωρικής γλώσσας θεωρείται η σημερινή Τσακωνική, η οποία χρησιμοποιείται στην περιοχή της Κυνουρίας της Πελοποννήσου, από τις ανατολικές πλαγιές του Πάρνωνα μέχρι τον Αργολικό κόλπο. Οι ομιλητές φέρονται ως απόγονοι των αρχαίων ελεύθερων Λακώνων, που μέχρι σήμερα διασώζουν πολλά από τα ήθη και έθιμά τους, μαζί και τη γλώσσα τους και αριθμούν περίπου οχτώ χιλιάδες άτομα.
Το όνομα των Δωριέων είναι τυπικό εθνικό σε -εύς (Δωριεύς) που παράγεται από ένα τοπωνύμιο Δωρι-. Δηλώνει λοιπόν τους κατοίκους της Δωρίδας.

Δωρικός ρυθμός

Ο δωρικός και ο ιωνικός ρυθμός συναποτελούσαν στους αρχαϊκούς χρόνους τους δύο βασικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, ενώ από το συνδυασμό τους προέκυψε ο κορινθιακός. Γνωστές αρχαϊκές κατασκευές δωρικού ρυθμού είναι τα Προπύλαια στην είσοδο του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης, διάφοροι ναοί στην κυρίως Ελλάδα, καθώς και ένα πλήθος ναών και άλλων οικοδομημάτων στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία.
Βασικό στοιχείο του δωρικού ρυθμού είναι ο κίονας, ο οποίος στηρίζεται χωρίς βάση στο ανώτερο μέρος του κρηπιδώματος. Αποτελείται από σπονδύλους και εξωτερικά φέρει αβαθείς ραβδώσεις που καταλήγουν σε οξείες ράχες. Ο δωρικός κίονας αποτελείται από τον κυρίως κίονα, τον εχίνο και τον άβακα. Πάνω από τον άβακα βρίσκεται το επιστύλιο, οι κανόνες, οι μετώπες, τα τρίγλυφα, οι πρόμοχθοι, το τύμπανο, το γείσο, το αέτωμα, η σίμη και το ακρωτήριο.

Εθνολογική σύνθεση

Οι ιστορικοί Δωριείς ήταν χωρισμένοι σε τρεις φυλές που ονομάζονταν: Υλλείς, Δυμάνες, Πάμφυλοι. Οι επώνυμοι ήρωες των Δυμάνων και Παμφύλων θεωρούνταν ως γιοι του Αιγιμιού που είχε οδηγήσει τους Δωριείς στη Δωρίδα. Ο ήρωας των Υλλέων, Ύλλος, ήταν γιος του Ηρακλή, που απέκτησε δικαιώματα στο ένα τρίτο του κράτους του Αιγιμιού, βοηθώντας τον εναντίον των Λαπιθών. Οι τρεις φυλές διατήρησαν το χωρισμό τους ακόμη κι όταν διασπάστηκαν αργότερα στα κράτη της Σπάρτης, Άργους, Κορίνθου, Μεσσηνίας και Μεγάρων.
Δύο ακόμη γεωγραφικές και πολιτιστικές ενότητες συνδέονται με τους Δωριείς. Πρόκειται για την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Η Ήπειρος έμεινε στην αφάνεια μέχρι τους ελληνιστικούς χρόνους. Κατοικήθηκε από δωρικά φύλα, που δεν είχαν εξελιχθεί πολιτιστικά και δεν ακολούθησαν την ανάπτυξη των άλλων πόλεων της νότιας Ελλάδας, σημαντικότερα από τα οποία ήταν οι Μολοσσοί και οι Θεσπρωτοί. Το έντονο ορεινό ανάγλυφο της Ηπείρου επέδρασε καθοριστικά στη γλώσσα και τις συνήθειες των Ηπειρωτών. Γι' αυτό και θεωρήθηκε ότι έχουν ιλλυρική καταγωγή. Το ιδίωμα όμως της αρχαίας Ηπείρου φαίνεται να ήταν το δωρικό, με επιδράσεις από την ιλλυρική γλώσσα.
Οι δε Μακεδνοί θεωρούνταν ως οι απώτεροι πρόγονοι των υπόλοιπων Δωριέων, καθώς στην αρχική τους κοιτίδα στα όρη του Λάκμου ήταν γνωστοί με αυτό το όνομα, αργότερα όμως η λέξη Δωριείς συμπεριέλαβε στους κόλπους της και τους Μακεδνούς. Αυτό συνέβη μετά την απόσπαση ενός τμήματος από τους Μακεδνούς και την εγκατάστασή του στη Δωρίδα. Οι υπόλοιποι διατήρησαν την ονομασία τους και μετακινήθηκαν βορειότερα, στη Μακεδονία, όπου έγιναν γνωστοί ως Μακεδόνες. Στην πορεία αυτή, άλλο ένα τμήμα αποσπάστηκε για να ακολουθήσει τη δική του πορεία προς τη Μαγνησία.
Αναφορικά με τη σχέση Δωριέων και Μακεδόνων, πολλές πόλεις της Μακεδονίας και της νότιας Ελλάδας έχουν κοινό όνομα λόγω κοινής καταγωγής των κατοίκων της. Για παράδειγμα, η Γόρτυνα στην Κρήτη με τη Γόρτυνα του Αξιού ποταμού και το Άργος με το Άργος Ορεστικό. Ο Μέγας Αλέξανδρος, μάλιστα, επικαλέστηκε ότι είναι Αργείος για να πάρει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στοιχείο που συμβάλλει στην αναγνώριση της δωρικής καταγωγής των Μακεδνών.
Οι Έλληνες, ως γνωστόν, είναι απόγονοι του Έλληνος, που είχε απογόνους το Δώρο, τον Αίολο και τον Ξούθο, πατέρα του Ίωνος και του Αχαιού. Αυτοί ήταν αντίστοιχα οι ήρωες των Δωριέων, Αιολέων, Ιώνων και Αχαιών. Επομένως οι Μακεδόνες ανήκουν σε μια από αυτές τις ομάδες, κι επειδή αποδείχθηκε ότι δε συγγενεύουν άμεσα με τους Αιολείς και τους Ίωνες αλλά και επιπλέον τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της δωρικής τους καταγωγής, το ορθότερο θα ήταν να τους κατατάξουμε στους Δωριείς. Ακόμη, ο Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι οι Μακεδνοί αποτελούσαν τμήμα των Δωριέων. Δεν αποκλείεται, επίσης, η συσχέτιση των Μακεδνών και Ηπειρωτών με τους Έλληνες της βορειοδυτικής διαλεκτικής ομάδας, αν και τα υπάρχοντα δεδομένα είναι ελάχιστα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι Μακεδνοί και οι Ηπειρώτες ανήκουν στη δυτική ελληνική διαλεκτική ομάδα.
Παρ' όλα αυτά θα πρέπει να τονιστεί ότι η σύνδεση μεταξύ Δωριέων και Μακεδνών αναφέρεται κυρίως στη φυλετική τους σχέση και λιγότερο στη γλωσσική, αφού η μακρόχρονη γεωγραφική απομόνωση της Μακεδονίας αποτέλεσε τροχοπέδη για τη γλωσσική εξέλιξη της Μακεδονικής διαλέκτου.

Φυλετική ταξινόμηση

Οι Δωριείς μπορούν γενικά να ταξινομηθούν στις πέντε φυλές που προαναφέρθηκαν, δηλαδή στους Υλλείς, Δυμάνες, Παμφύλους, Μακεδνούς και Ηπειρώτες. Οι πέντε αυτές φυλές περιλαμβάνουν διάφορα φύλα που εντοπίζονται στο γεωγραφικό χώρο της ηπειρωτικής Ελλάδας, της δυτικής Μικράς Ασίας και των στενών του Βοσπόρου, καθώς και στην κεντρική Μεσόγειο, από τη νότια Ιταλία και Σικελία μέχρι τις ακτές της σημερινής Λιβύης.


ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ


Πηγές
• John Chadwick, The Mycenean World, Cambridge University Press, Καίμπριτζ 1976 ISBN 0-521-29037-6
• Ιστορία του Ελληνικού έθνους, Τόμοι Α και Β, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: